Πεσάβαρ

Πεσάβαρ
(Peshawar). Πόλη του δυτικού Πακιστάν, πρωτεύουσα του ομώνυμου διαμερίσματος στην επαρχία των Βορειοδυτικών Συνόρων. (Ορθή προφορά Πεσάουαρ). Είναι χτισμένη σε απόσταση 16 χλμ. από τη Δίοδο Χαϊμπέρ, την περίφημη πύλη προς την κεντρική Ασία και κοντά στον ποταμό Καμπούλ, και τριγυρισμένη στις τρεις πλευρές της από βουνά (Χίντου-Κους στα Β, Σάφοντ-Κοχ στα ΝΔ). Εξαιτίας της σπουδαίας στρατηγικής της θέσης η πόλη αποτελεί σημαντικό στρατιωτικό και εμπορικό κέντρο και συνδέεται με το Αφγανιστάν και την κεντρική Ασία. Η περιοχή παράγει μόνο σιτάρι, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα της από βοσκοτόπια (βόσκουν κυρίως ίπποι, χοίροι). Οι οικονομικοί πόροι της Π. προέρχονται από το εμπόριο υφασμάτων, δερμάτων, ζώων, χρυσών κοσμημάτων και πολύτιμων λίθων. Ιστορία. Η Π. αποτελούσε την έδρα των Αφγανών βασιλιάδων της δυναστείας, που ιδρύθηκε το 1747 από τον Αχμέτ Σαχ Ντουρανί. Μετά από μακρόχρονους και σκληρούς αγώνες πέρασε στους Σιχ (1834) και το 1848 αποτέλεσε τμήμα των Αγγλικών Ινδιών. Στη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου πολέμου ήταν κέντρο ανεφοδιασμού και εκπαίδευσης των πολεμιστών Γκούρχα. Στο Μνημείο Βικτόρια φυλάσσονται πολλές αρχαιότητες ελληνικής και βουδιστικής τέχνης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • σιχ — θρησκευτική αίρεση και πολεμική αδελφότητα της κεντροδυτικής Ινδίας, που ιδρύθηκε, με σκοπό να συμφιλιώσει τον ισλαμισμό και τον ινδουισμό, από το Νάνακ Ντεβ (1949 1538), μαθητή του βισνουιστή Καμπίρ, ο οποίος είχε υποστεί την επίδραση του… …   Dictionary of Greek

  • Γκαντάρα — Αρχαία περιοχή της Ινδίας. Τα όρια της Γ. αμφισβητούνται από τους νεότερους αρχαιολόγους. Ο Ηρόδοτος τον 5o αι. π.Χ. χρησιμοποίησε πρώτος το όνομα Γανδάριοι για να χαρακτηρίσει τους κατοίκους της περιοχής Ν του Χιντοκούς. Από αυτή τη μαρτυρία… …   Dictionary of Greek

  • Καμπούλ — I (Kbul). Πόλη (πληθυσμός μητροπολιτικής περιφέρειας: 2.766.800 κάτ. το 2000) και πρωτεύουσα του Αφγανιστάν καθώς και της ομώνυμης περιφέρειας (4.685 τ. χλμ.), στο δυτικό τμήμα της χώρας. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο περίπου 1.800 μ., εκατέρωθεν… …   Dictionary of Greek

  • Ραβαλπίντι — Πόλη του βόρειου Πακιστάν, στο Παντζάμπ, στα πρώτα αντερείσματα της οροσειράς των Ιμαλαΐων (520 μ.) και επί της σιδηροδρομικής γραμμής Πεσαβάρ Λαχόρης. Τον Αύγουστο του 1960 έγινε πρωτεύουσα της χώρας αντί του Καράτσι· η εκλογή αυτή έγινε και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”